000 03356nam a2200289 4500
001 4424
010 _a978-960-503-273-9
090 _a4424
100 _a20180118d2013 m||y0grey50050 ga
101 0 _agre
102 _aGR
105 _ay|||z|||000ay
106 _ar
200 1 _aΧαμοζοή
_fΙ. Μ. Παναγιωτόπουλος
210 _aΑθήνα
_cΔημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
_dc2013
215 _a215 σ.
_d16 εκ.
225 1 _aΟ Ελληνικός Εικοστός Αιώνας σαν Μυθιστόρημα
_v2
300 _aΕιδική έκδοση για την εφημερίδα ''Τα Νέα''
330 _aΟ Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, με το μυθιστόρημα "Χαμοζωή" επιστρέψει στο τέλος της παιδικής του ηλικίας, κάπου στα 1913, στην εποχή της ασετυλίνης, του νερού από το πηγάδι και του κουρέματος των αγοριών με την ψιλή, του τύφου και της αδενοπάθειας, την εποχή της πλήρους εξουσίας του δασκάλου, του αρχιμανδρίτη και του εργοστασιάρχη. Αναζητά ίσως την εκκίνησή του στη "μαύρη πολιτεία" με τις "χοντρές τσιμινιέρες", εκεί όπου "τα καράβια σφυρίζανε και βγάζανε μαύρο καπνό", και γράφει εντέλει ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης στο οποίο ο μικρός ήρωας, όταν τελειώνει το δημοτικό σχολείο, έχει πια επίγνωση ότι η ζήση περιστρέφεται γύρω από τον "αμολόγητο πόθο", το τραύμα της απώλειας και τα όνειρα. Με λιτή γραφή και οικονομία εκφραστικών μέσων, με γλαφυρή δημοτική γλώσσα, ο συγγραφέας αναπλάθει τις αρχές του 20ού ακόνα στον εργατικό Πειραιά και, παράλληλα, παραμένει επίκαιρος και διαχρονικός ως είναι συνήθως οι άξιοι λογοτέχνες: "Οι καιροί περάσανε· όλα σβηστήκανε στο μάκρος του δρόμου· μεγαλώσαμε [...], ήρθανε μέρες που σα να τη φχαριστηθήκαμε καμπόσο τούτη την ανοικονόμητη ζωή, μα, τι τα θες, το `χουμε πολύ αγαπήσει και πολύ ποθήσει κείνο το παλιό παραμύθι - ίσως γιατί δεν είχαμε νιώσει τότες πόσες λαβωματιές πρέπει να πάρει κανείς, για να τα καταφέρει με τον καιρό και την τύχη!"
606 _91678
_aΜυθιστόρημα
606 _938163
_aΝεοελληνική πεζογραφία
_z20ός αι.
676 _a889.334
700 1 _4070
_aΠαναγιωτόπουλος
_bΙ. Μ.
_f(1901-1982)
801 _aGR
_bLIBR_Malevizi
_gAACR2